Καισάρων

Καισάρων
Καῖσαρ
elephant
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • βιογραφία — Έργο που εξιστορεί τη ζωή ενός ανθρώπου με την αναφορά στο σύνολο των στοιχείων εκείνων τα οποία αποκαλύπτουν την ψυχολογική του ιδιοσυστασία και την πνευματική του προσωπικότητα και συνάμα ορίζουν το πλέγμα των πολύπλευρων δεσμών του με το… …   Dictionary of Greek

  • καισαρίκιος — ο (Α καισαρίκιος, ον) νεοελλ. 1. το ουδ. ως ουσ. το καισαρίκιο το στέμμα τών καισάρων χωρίς σφαίρωμα και σταυρό 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τά καισαρίκια η χλαμύδα και το στεφάνι με τα οποία ο βασιλιάς περιέβαλλε τον καίσαρα κατά την αναγόρευσή… …   Dictionary of Greek

  • πολυκαισαρίη — ἡ, Α η ταυτόχρονη βασιλεία πολλών καισάρων («βουλευομένου δὲ Καίσαρος Ἄρειον εἰπεῖν λέγουσιν οὐκ αγαθόν πολυκαισαρίη», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + καῖσαρ + κατάλ. ία / ίη] …   Dictionary of Greek

  • σαρίκι — και σαρίκιο, το, Ν 1. λεπτό λευκό ύφασμα που τυλίγουν οι μωαμεθανοί ιερωμένοι και άλλοι επίσημοι μουσουλμάνοι γύρω από το φέσι 2. κάλυμμα τού κεφαλιού από περιτυλιγμένη ταινία που φορούν οι Ινδοί 3. η κίδαρις* τών αρχαίων Περσών 4. ανδρικός… …   Dictionary of Greek

  • τετραρχία — Διοικητικό σύστημα που εφάρμοσε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Διοκλητιανός (284 305) με αντικειμενικό σκοπό τον ουσιαστικότερο έλεγχο της αυτοκρατορίας, που τον 3o αι. μ.Χ. δοκιμάζεται από οξύτατη οικονομικο κοινωνική και πολιτική κρίση και από… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Σουητώνιος Τρανκίλλιος, Γάιος — (Gaius Suetonius Tranquillus). Λατίνος ιστορικός και λόγιος (1ος 2ος αι.). Δικηγόρος επί Τραϊανού, αυτοκρατορικός υπάλληλος την εποχή του Αδριανού, δίγλωσσος (έγραφε με την ίδια ευκολία στα λατινικά και στα ελληνικά), έγραψε σοφά εγκυκλοπαιδικά… …   Dictionary of Greek

  • ИОАНН КСИФИЛИН — (Младший) [греч. ᾿Ιωάννης ὁ Ξιφιλῖνος] (2 я пол. XI нач. XII в.), мон., визант. писатель. Жизнь Сведений о жизни И. К. сохранилось немного. В написанном И. К. в царствование имп. Михаила VII Дуки (1071 1078) переложении «Римской истории» Диона… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”